ΣΙΝΕΜΑ INFO.GR. Ένα website αφιερωμένο στον κινηματογράφο.
ΑΡΧΙΚΗ | ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ | ΤΑΙΝΙΕΣ | ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ | ΗΘΟΠΟΙΟΙ | ΝΕΑ

ECOFILMS 2008 - ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

ΜΕ ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ

ECOFILMS 2008 - ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ

Φεστιβάλ Ecofilms

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΣΤΗ ΡΟΔΟ

Την Τρίτη ξεκίνησε το Φεστιβάλ Ecofilms στη Ρόδο. Οι προβολές των ταινιών γίνονται στο Δημοτικό Θέατρο και στο θερινό κινηματογράφο Ρόδον. Αξίζει να πούμε ότι το Δημοτικό Θέατρο έχει ανακαινιστεί πλήρως, με καινούργιο πάτωμα και σκηνή. Όπως θα θυμούνται οι αναγνώστες αυτού του διαδικτυακού τόπου, ο θερινός κινηματογράφος φτιάχτηκε ξανά, ουσιαστικά ανακαινίστηκε όταν, πριν πέντε χρόνια ξεκίνησε να κάνει τις προβολές στη Ρόδο, μετά τη Ζάκυνθο αυτό εδώ το Φεστιβάλ. Το Φεστιβάλ έχει λύσει πλήρως όλα τα τεχνικά και κτιριακά προβλήματα και έχει, από φέτος, κατακτήσει και την εμπιστοσύνη των κατοίκων, κυρίως της Κινηματογραφικής Λέσχης του νησιού, η οποία είναι δραστήρια όλο το χρόνο. Να πούμε μόνο το πρόβλημα που δυσχεραίνει τη δουλειά των δημοσιογράφων, αφού στο μικρό πρόγραμμα δεν αναφέρεται δίπλα από τον τίτλο της κάθε ταινίας είτε ο σκηνοθέτης είτε το τμήμα στο οποίο είναι ενταγμένη αυτή.

Η ΕΝΑΡΞΗ

Η έναρξη του Φεστιβάλ έγινε με την προβολή της ταινίας «Ο φύλακας του νερού» («The water guard»), από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, του Waleed Al Shehhi, μικρού μήκους, και αυτής από τον Καναδά, «Υπόσχεση στους νεκρούς: το ταξίδι της εξορίας του Αριέλ Ντόρφμαν» («A promise to the Dead: the exile journey of Ariel Dorfman»), του Peter Raymont. Η πρώτη ταινία αναφέρεται στην ξηρασία, ένα θέμα με το οποίο καταπιάνονται όλο και περισσότερες ταινίες, αφού αυτό το πρόβλημα οξύνεται όλο και περισσότερο. Ένα Φεστιβάλ που κυρίως φιλοξενεί ταινίες οικολογικού περιεχομένου δεν μπορεί να μην έχει σε περίοπτη θέση ταινίες σαν αυτή. Λέμε ότι φιλοξενεί κυρίως ταινίες οικολογικού περιεχομένου διότι μπορεί κανείς να δει εδώ και δουλειές σκηνοθετών που έχουν σχέση με το περιβάλλον, αλλά με μια πιο πλατιά έννοια. Πολύ σωστά οι διοργανωτές ανοίγουν το πεδίο του περιεχομένου τους, αφού η πολιτική και η διαμόρφωση ιδεών αφορά και επηρεάζει άμεσα το περιβάλλον.

Η ταινία του Reymont φαινομενικά δεν έχει να κάνει με το περιβάλλον. Όμως αν δει κάποιος πιο προσεχτικά τη θεματολογία της, τότε θα δει ότι μπαίνει βαθιά στο θέμα. Μιλά για τον Αριέλ Ντόρφμαν, μια προσωπικότητα παγκοσμίου βεληνεκούς. Γεννήθηκε στην Αργεντινή, έζησε και μεγάλωσε στις ΗΠΑ, εξορίστηκε και έζησε με την οικογένειά του στη Χιλή. Εκεί ήταν σύμβουλος για θέμα πολιτισμού του Προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε. Όταν έπεσε η κυβέρνηση του Αλιέντε και οι στρατιωτικοί επέβαλαν τη χούντα τους, φυλακίστηκε και ήταν από τους λίγους που επέζησαν από το στενό περιβάλλον του Αλιέντε «για να υπάρχει κάποιος να αφηγηθεί αυτά που έγιναν» όπως του είπαν. Στην ταινία βλέπουμε ντοκουμέντα και η αφήγησή της βασίζεται στην αυτοβιογραφία του Ντόρφμαν. Βλέπουμε επίσης την καταστροφή της Χιλής και, κατά συνέπεια, του περιβάλλοντος αυτής της χώρας. Θα λέγαμε μόνο ότι η πολιτική θέση του σκηνοθέτη έχει κάποιες εύκολες και αφελείς προσεγγίσεις, χωρίς όμως να χάνει μέρος από τη δύναμή της.

ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΜΙΚΡΟΥ ΜΗΚΟΥΣ

Στην έναρξη του Φεστιβάλ, προς το τέλος, προβλήθηκε και η ταινία του Γιάννη Μπουγιούκα, «Η κούπα», μικρού μήκους, την οποία είχαμε δει στο Φεστιβάλ της Δράμας. Μια σάτιρα για την ελληνική γραφειοκρατία, με πικρό χιούμορ δείχνει ότι όλα τα προβλήματα που θέτει εμπρός μας ο κρατικός μηχανισμός μπορούν να λυθούν, έστω και με ανορθόδοξο τρόπο. Ο Βαγγέλης Ευθυμίου έφερε την ταινία του, «Inspired by nature», όπου έργα τέχνης έρχονται σε σύγκριση με δημιουργίες της φύσης, θέτοντας το ερώτημα αν μια δημιουργία της φύσης είναι όντως ένα έργο τέχνης. Η φωνή off (του αόρατου αφηγητή), τα σχόλια που ήταν εντελώς κοινότυπα, η απουσία μιας εις βάθος έρευνας, όλα αυτά έκαναν αυτή την ενιάλεπτη ταινία άκρως βαρετή.

Η ταινία του Κωνσταντίνου-Αντώνιου Γούτου, «Life circle live circus life», ελληνογερμανική παραγωγή, έδειχνε συνεχώς μια σκηνή του δρόμου όπου σε ένα φορτηγό έσφαζαν ζώα και στην άλλη μεριά του δρόμου άδειαζαν σκουπίδια σε ένα απορριμματοφόρο. Θα μπορούσε να ήταν ένα καλό σχόλιο για το απαγορευμένο (το σφάξιμο των ζώων) και την αντίθεση (σφάξιμο-μάζεμα σκουπιδιών), αλλά ο πολύ αργός ρυθμός και η μεγάλη απόσταση της κάμερας από το θέμα της δημιουργούσε το πρόβλημα της αδιαφορίας και της αποστασιοποίησης από θέμα του. Ο Γούτος δηλώνει ότι ανήκει στους σκηνοθέτες-περιηγητές, περιηγείται και με την κάμερά του καταγράφει αυτά που συμβαίνουν στα ταξίδια του, φτιάχνοντας ταινίες, ακολουθώντας τις τεχνοτροπίες του Dziga Vertov.

Αντίθετα, ο Αλέξης Κομνάκος κάνει ένα ενδιαφέρον σχόλιο για τον άνθρωπο και τη φύση, βασιζόμενος στις αντιλήψεις των φορμαλιστών, φτιάχνει, στην ταινία «Άνθρωπος και μηδέν», ένα καλό ανιμέισιον, το οποίο δεν μπορεί να μπει μέσα στο θέμα, δηλαδή στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και την επακόλουθη καταστροφή του αν δεν μπορέσει να επικοινωνήσει μαζί της, σεβόμενος τους νόμους της. Θα τελειώσουμε την αναφορά μας στις ταινίες μικρού μήκους σε δύο ταινίες, μια καναδέζικη και μια ελληνική. Στην ταινία «Πριν φυσήξει ο άνεμος» («Before the wind blows»), του Samer Najari, έχουμε μια αναφορά στον πόλεμο μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών. Όμως το σχόλιο του είναι κοινότυπο και δεν μας δίνει κανένα νέο στοιχείο σε αυτή την προβληματική. Περιπαιχτικό ήταν το σχόλιο της Αντιγόνης Μιξαφέντη, στην ταινία «Fly me», σε μια τρίλεπτη ταινιούλα όπου βλέπουμε δύο μύγες (το fly «παίζει» με τη μύγα και το πετάω) να κάνουν έρωτα, μέχρι η μια να πετάξει και να φύγει. Μια δροσερή και χιουμοριστική αφήγηση.

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Θα ξεκινήσουμε με μια ταινία στην οποία ήδη έχουμε αναφερθεί, στην ιστοσελίδα μας. Είναι η ταινία του Νίκου Αλευρά «Ερωτικά μαθήματα για επαναστατική δράση» και τη συνέντευξη με την πρωταγωνίστρια), οπότε θα περιοριστούμε να πούμε ότι ο Αλευράς κάνει ένα πολύ ώριμο και περιπαιχτικό σχόλιο για τον έρωτα και τις επαναστατικές του ιδιότητες, κυρίως όμως κριτικάρει την ελληνική κοινωνία και τέχνη. «Η χαμένη αποικία» («Lost colony»), της Astrid Bussink, από την Ολλανδία, αναφέρεται στο Ινστιτούτο στη Γεωργία όπου γίνονταν πειράματα σε πιθήκους, κυρίως για ογκολογικές παθήσεις. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τον πόλεμο με την Αμπχαζία, το Ινστιτούτο άρχισε να φθίνει και κόντεψε να κλείσει. Η διοργάνωση ενός διεθνούς συνεδρίου του έδωσε νέα ζωή και, συγχρόνως, ελπίδες στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Πολύ καλή δουλειά, με ευαισθησία και προσοχή στα θέματα πολιτικής που, αναγκαστικά, θίγει.

Αντίθετα, η ταινία «Το μαύρο ποτάμι» («The black river»), του Surendra Manan, από την Ινδία, θα μας μιλήσει για τον ποταμό Κάλι Μπέιν, το ένδοξο παρελθόν του, την ιστορία του, τις θρησκευτικές τελετές που γίνονταν εκεί, αλλά και για τη μόλυνση που τελικά τον κατέστρεψε. Οι Ινδοί κατάλαβαν το λάθος τους και, με μια νέα τελετουργία, προσπαθούν να τον φέρουν στην προηγούμενη κατάστασή του. Η πολύ επίπεδη αφήγηση αφαιρεί τη δύναμη από την ταινία και μπορεί ο θεατής να τη δει μόνο σαν ένα επικοινωνιακό έργο. Το ίδιο συμβαίνει με την ταινία του Billie Mintz, «Επιβιώνοντας μετά την θεραπεία: η επιστροφή του Μάιλς Μακλέλλαν» («Surviving the treatment: the return of Myles Mclellan»). Σε αυτή την καναδέζικη παραγωγή θίγεται το πολύ σοβαρό θέμα της θεραπείας των παιδιών από τον καρκίνο, στη ληστεία των θεραπευτικών κέντρων, τελικά στα ψέματα που λένε οι ίδιοι οι γιατροί και το μοιραίο τέλος για τους αρρώστους. Το μήνυμα είναι πολύ δυνατό, ο σκηνοθέτης δεν μπόρεσε να το βάλει σε μια καλλιτεχνική μορφή και να κάνει ένα κινηματογραφικό έργο.

Ο Νίκος Λυγγούρης έφερε την ταινία «Οι εραστές της Αξού». Ο σκηνοθέτης βλέπει ένα ζευγάρι στον Ψηλορείτη, στο χωριό Αξός. Η Μαρία και ο Γιώργος, αν και είναι μεγάλοι στην ηλικία, είναι ακόμα ερωτευμένοι. Ο έρωτάς τους κοντεύει να γίνει αρρώστια επικίνδυνη για τη Μαρία. Ο Λυγγούρης βλέπει την ερωτική αυτή ιστορία σα μια περιπτωσιολογία, δεν αναλύει, δεν μπαίνει μέσα στο θέμα του, αφήνει το θεατή να γευτεί κάτι που δεν ξέρει, δεν του δίνει, τελικά, τα στοιχεία για να τρέξει η φαντασία του και να πλάσει τη δική του αφήγηση. Έτσι η ταινία μένει μετέωρη στο αφηγηματικό σύμπαν και δεν μπορεί να βρει στήριγμα πουθενά, για να θεμελιωθεί η αφήγησή της.

ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Θα κλείσουμε με μια ελληνική ταινία μεγάλου μήκους. «Η στάχτη που μένει» είναι η πέμπτη ταινία του Νίκου Καβουκίδη. Τον Καβουκίδη τον ξέρουμε ως διευθυντή φωτογραφίας. Εδώ το βλέπουμε σα σκηνοθέτη και έχουμε την ευκαιρία να δούμε τον τρόπο με τον οποίο ταιριάζει τα αφηγηματικά του στοιχεία, πάντα στο επίπεδο του μοντάζ.

Η ταινία αυτή αποκτά ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή είναι γυρισμένη με ψηφιακό τρόπο, χρησιμοποιεί όμως και οπτικά αρχεία που έχουν γυριστεί σε φιλμ, πλάνα αρχείου. Μπορούμε έτσι να συγκρίνουμε τις δύο εκφάνσεις της τεχνολογίας, ειδικά όταν χρησιμοποιούνται από κάποιον που ξέρει πολύ καλά να χειρίζεται τον φακό της μηχανής του.

Ξεπερνώντας το καθαρά τεχνικό μέρος, μπορούμε να μπούμε στο αισθητικό. Σε αυτό τον τομέα η ταινία αποκτά εξαιρετικό ενδιαφέρον. Έχουμε το γεγονός: τις φωτιές που κατέστρεψαν, πέρσι το καλοκαίρι, την Πελοπόννησο. Για να δομήσει με ακρίβεια το θέμα του λειτουργεί με αντιστίξεις, δηλαδή με αντιθέσεις μεταξύ των αφηγηματικών του θεμάτων. Η πρώτη αντίστιξη είναι τα ποιητικά αποσπάσματα από διάφορους Έλληνες ποιητές, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Βρεττάκου, του Σινόπουλου κ.ά. Τα αποσπάσματα αυτά δε μιλούν για τις φωτιές, αλλά για διάφορες καταστροφές. Ο σκηνοθέτης τα βάζει με τέτοιο τρόπο που η αντίστιξή τους, μέσω του ιδεολογικού μοντάζ, δημιουργεί μια θέση, καθαρά ιδεολογική, σύμφωνα με τη λογική του Αϊζενστάιν στο ιδεολογικό μοντάζ. Σε αυτό το επίπεδο ο θεατής διαβάζει το φιλμικό κείμενο και μπορεί να το αποκωδικοποιήσει, διακρίνοντας το μέγεθος της καταστροφής.

Η δεύτερη αντίστιξη είναι αυτή που έχει σα θέμα της τη φωτιά. Την καλή και την κακή φωτιά. Η καλή είναι η ιερή, όπως τη βλέπουμε από την τελετουργία της αφής της ολυμπιακής φλόγας. Η κακή είναι αυτή που φέρνει την καταστροφή. Οι δύο αφηγήσεις είναι παράλληλες και η φλόγα παραλληλίζεται έτσι ώστε να φτάσουμε να δούμε την εφιαλτική μορφή της που θα την ταυτίσουμε και στη μία και στην άλλη περίπτωση. Ο Καβουκίδης δεν δούλεψε τόσο καλά την αφηγηματική ανάπτυξη της ολυμπιακής φλόγας, για να φτάσει στην κορύφωση, σε ιδεολογικό επίπεδο.

Η τρίτη αντίστιξη είναι η ποίηση από τους ποιητές και αυτή των «λαϊκών» ανθρώπων. Η επεξεργασμένη και ακατέργαστη ποιητική μορφή, εμπλουτισμένη, και στις δύο περιπτώσεις, από πολιτικά μηνύματα μας δίνει την τελική μορφή της θέσης ότι στην Ελλάδα δεν έχει γίνει τίποτε για αυτόν τον τόπο. Μόνοι και αβοήθητοι από κόμματα και εξουσίες, οι κάτοικοι πάλευαν και παλεύουν να επιβιώσουν. Το ερώτημα (Θα μπορέσουμε να πεθάνουμε με φυσιολογικό τρόπο;), τίθεται από τον ποιητή και δεν μπορεί να απαντηθεί από κανένα. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης αφήνει τη φαντασία του θεατή-αναγνώστη να περιπλανηθεί και να δημιουργήσει το δικό του κείμενο, ουσιαστικά, όμως, το ερώτημα είναι το εξής: Θα μπορέσουμε σε αυτή τη χώρα να ζήσουμε ποτέ τη ζωή μας;

Ο Καβουκίδης κάνει μια άκρως πολιτική ταινία, με βάση το οικολογικό πρόβλημα των πυρκαγιών. Με το μοντάζ δομεί τον πολιτικό του λόγο και φτιάχνει μια ταινία που είναι και θα είναι (δυστυχώς) επίκαιρη. Συγχρόνως μας παρουσιάζει την πραγματική εικόνα αυτού του Φεστιβάλ, το οποίο ανοίγεται σε άλλες τέχνες, αφηγήσεις και στην πολιτική. Θα συνεχίσουμε να βλέπουμε ταινίες για να σας κάνουμε γνωστά τα τεκταινόμενα σε αυτό το Φεστιβάλ.

Γιάννης Φραγκούλης

ECOFILMS 2008 - ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗ ΡΟΔΟ

Το www.cinemainfo.gr είναι ένα website αφιερωμένο στην κινηματογραφική τέχνη και τους συντελεστές της. Τα πάντα για τον κινηματογράφο. Μια δημιουργία του www.internetinfo.gr

INTERNETINFO © www.CINEMAINFO.GR